1821

slide alt

Ελληνικό

Ναυτικό

 

Ο αφανής ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης

Ειρήνη Κιουπελόγλου, Λυδία Μπαλαγιάννη Μαθητές Β’ Γυμνασίου

Λίγοι ή και ελάχιστοι ακόμα γνωρίζουν τον σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισε το ελληνικό ναυτικό στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.

Η έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης συνδέεται άμεσα με την οικονομική ανάπτυξη και την πνευματική αφύπνιση των υπόδουλων Ελλήνων κατά την διάρκεια του 18ου αιώνα. Πριν περάσουμε στον ρόλο του ελληνικού ναυτικού στα χρόνια της Επανάστασης, χρήσιμο θα ήταν να δούμε σε γενικές γραμμές την κατάσταση της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας στα προεπαναστατικά χρόνια.

Από τα μέσα του 18ου αιώνα και μετά η ελληνική ναυτιλία σημείωσε μεγάλη πρόοδο και ειδικά στον τομέα του εμπορίου. Ο ελληνικός εμπορικός στόλος αυξήθηκε αισθητά και ανέλαβε εμπορικές δραστηριότητες σε όλη τη Μεσόγειο. Ταυτόχρονα, η συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774), που τερμάτισε τον Α΄ Ρωσοτουρκικό Πόλεμο, επέτρεψε την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στα τουρκικά ύδατα για τα καράβια που έφεραν τη ρωσική σημαία, καθώς και την εκχώρηση εμπορικών προνομίων στους προστατευόμενους από τη Ρωσία λαούς. Έτσι, τα ελληνικά πλοία πλέουν ανενόχλητα στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Η συνθήκη του Ιασίου (1792) περιείχε επίσης ευεργετικές ρήτρες για το ελληνικό ναυτικό.

Κατά τη διάρκεια των Ρωσοτουρκικών αλλά και των Ναπολεόντειων Πολέμων τα ελληνικά πληρώματα αποκτούν πολεμική εμπειρία. Μάλιστα, στη ναυμαχία του Τσεσμέ (6-7 Ιουλίου 1770) οι Έλληνες ναύτες που υπηρετούσαν στα ρωσικά πλοία αντιλήφθηκαν τις δυνατότητες των πυρπολικών, ενός όπλου που θα έκρινε αποτελεσματικά τις μετέπειτα ναυτικές αναμετρήσεις. Τέλος, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι αναμετρήσεις στη θάλασσα με τους αδίστακτους πειρατές και κουρσάρους ήταν συνηθισμένο φαινόμενο την εποχή εκείνη και εξοικείωσε τους Έλληνες ναυτικούς με την τακτική του πολέμου και κυρίως του αιφνιδιασμού.

Με την έναρξη της Επανάστασης πολλά εμπορικά πλοία μετατρέπονται σε πολεμικά για να καλύψουν τις ανάγκες του Αγώνα. Έμπειροι Έλληνες ναύτες αποχωρούν από τα τουρκικά πολεμικά και έτσι ο εχθρικός στόλος αποδυναμώνεται μέχρι να εκπαιδευτούν τα νέα πληρώματα. Οι επαναστατημένοι Έλληνες διαθέτουν πλέον μια δύναμη 18.000 ναυτών και 1.000 περίπου μικρά και μεσαία εμπορικά πλοία (ιδιωτικά εμπορικά σκάφη, σιτοκάραβα κ.ά.) εκ των οποίων τα 200 περίπου χρησιμοποιήθηκαν ως πολεμικά. Οι ναυτικές δυνάμεις χωρίστηκαν, κάνοντας περιπολία στο Αιγαίο και επιδρομές στα μικρασιατικά παράλια. Με τον τρόπο αυτό, παρεμπόδιζαν την έξοδο του τουρκικού στόλου από τα Δαρδανέλια, κυρίεψαν εχθρικά πλοία και αποκόμισαν σπουδαία λάφυρα.
Τα κυριότερα νησιά που είχαν εξελιχθεί σε σημαντικά ναυτικά κέντρα ήταν η Ύδρα, οι Σπέτσες και τα Ψαρά, τα οποία ήταν εκείνα που διέθεσαν πρώτα τα πλοία τους για τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Οι στόλοι αυτών των τριών νησιών μετέφεραν το επαναστατικό κλίμα σε  όλα τα νησιά, ενίσχυσαν τις χερσαίες επιχειρήσεις των επαναστατών σε παράλιες περιοχές, βοήθησαν στην κατάληψη φρουρίων όπου είχαν συγκεντρωθεί οι φοβισμένοι Τούρκοι για να προστατευτούν από τους επαναστάτες και προπαντός δεν επέτρεψαν στους Τούρκους να μεταφέρουν με ευκολία στρατό και εφόδια στις επαναστατημένες περιοχές.
Το 1822 ο οθωμανικός στόλος επιχείρησε να ενισχύσει τις χερσαίες δυνάμεις, να πλήξει τα νησιωτικά κέντρα των Ελλήνων και να επανακτήσει τη θαλάσσια κυριαρχία. Το ελληνικό ναυτικό κινητοποιήθηκε εγκαίρως, συγκεντρώνοντας εξήντα πλοία και αρκετούς αρχηγούς. Παράλληλα, ήταν φανερό ότι τα μικρά και ελλιπώς εξοπλισμένα ελληνικά πλοία δεν ήταν ικανά να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τα οθωμανικά σε ανοιχτή σύγκρουση. Έτσι, ακολουθήθηκαν άλλες μορφές δράσης που κατέτειναν στη φθορά του οθωμανικού στόλου και την παρεμπόδιση της κίνησής του στις επαναστατημένες περιοχές. Kατεξοχήν στόχοι υπήρξαν οι νηοπομπές που μετέφεραν ενισχύσεις και εφόδια στα πολιουρκούμενα φρούρια της Πελοποννήσου και της Ρούμελης. Επίσης, θα έπρεπε να προστατευτούν τα νησιά του Αιγαίου από τη δράση του οθωμανικού στόλου
Στις επιχειρήσεις αυτές η φθορά των πλοίων του αντιπάλου επιτεύχθηκε με την υιοθέτηση μιας πολεμικής τακτικής που αντιστάθμιζε την υπεροπλία του οθωμανικού στόλου. Πρόκειται για νυχτερινές επιθέσεις με πυρπολικά, δηλαδή ειδικά διαμορφωμένα μικρά πλοία, φορτωμένα με εύφλεκτες ύλες και εκρηκτικά, τα οποία προσκολλούνταν στα οθωμανικά προκαλώντας την ανατίναξή τους. Οι παράτολμες αυτές επιθέσεις, που απαιτούσαν επιδέξιους χειρισμούς, ώστε να προσκολληθεί σωστά το πυρπολικό και να μη γίνει αντιληπτή η επιχείρηση, απέδωσαν ορισμένες εντυπωσιακές ενέργειες.

Ως η πλέον χαρακτηριστική ενέργεια υπήρξε η ανατίναξη της ναυαρχίδας του οθωμανικού στόλου από τον Kανάρη στα ανοιχτά του Τσεσμέ τον Ιούνιο του 1822. Ενέργειες όπως αυτή προκαλούσαν τρόμο στα πληρώματα των οθωμανικών πλοίων και γι’ αυτό οι κινήσεις του οθωμανικού στόλου συνήθως ήταν διστακτικές από το φόβο της δράσης των πυρπολητών. Ο Ψαριανός Δημήτριος Παπανικολής ανατινάζει με το πυρπολικό του το τουρκικό δίκροτο στη Ερεσσό της Λέσβου, ενώ ο Υδραίος Αντώνιος Ραφαλιάς πυρπολεί δίκροτο στις ναυτικές επιχειρήσεις της Σάμου τον Ιούλιο του 1822. Οι Ελληνικές ναυτικές δυνάμεις με επικεφαλής τον Υδραίο ναύαρχο Ανδρέα Μιαούλη αντιμετωπίζουν σε πολλές ναυμαχίες με επιτυχία τον τουρκικό στόλο τρέποντάς τον σε φυγή.

Στη συνέχεια της Επανάστασης, όταν οι επαναστάτες κατέλαβαν πολλά φρούρια της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας και όταν ο αιγυπτιακός στόλος αρχίζει να πρωταγωνιστεί στις θαλάσσιες επιχειρήσεις του Αιγαίου και Ιονίου πελάγους, το ναυτικό ανεφοδίαζε τα ελληνικά πλέον φρούρια που πολιορκούνταν. Ο αιγυπτιακός στόλος ήταν καλά εξοπλισμένος με πλοία γαλλικής κατασκευής και πληρώματα άρτια εκπαιδευμένα από Γάλλους αξιωματικούς, γεγονός το οποίο δυσκόλεψε σε μεγάλο βαθμό την αποτελεσματικότητα των ναυτικών επιχειρήσεων. Η δράση του ελληνικού ναυτικού, μέχρι τουλάχιστον το 1825, στηριζόταν κυρίως σε ιδιωτικά κεφάλαια πλουσίων πλοιοκτητών που είχαν αποκομίσει τεράστια κέρδη από το εμπόριο κατά την προεπαναστατική περίοδο και τα διέθεσαν για να δημιουργήσουν δικούς τους στόλους και εκστρατευτικά σώματα.

Όμως, η συντήρηση ενός πλοίου ήταν δαπανηρή (π.χ. φθορές κατά τη συμμετοχή του σε μια ναυμαχία ή επιχείρηση, πληρωμή πληρωμάτων και κάλυψη των βασικών του αναγκών, συντήρηση ή και ενίσχυση του πολεμικού του εξοπλισμού, αγορά νέου πολεμικού υλικού κ.ά.).
Όταν τα χρήματα αυτά εξαντλήθηκαν και πολλοί από τους πλοιοκτήτες αντιμετώπισαν οικονομικά προβλήματα ή πτώχευσαν, δεν μπορούσαν πλέον να συντηρήσουν τα πλοία τους και να στηρίξουν διάφορες στρατιωτικές επιχειρήσεις. Τότε το ελληνικό ναυτικό αποδυναμώνεται και η δράση του περιορίζεται κυρίως σε αναγνωριστικές περιπολίες χωρίς όμως να λείπουν και οι νικηφόρες επιχειρήσεις.


Τέλος, από το 1826 και μετά η κεντρική διοίκηση των επαναστατών, με χρήματα που διέθεσε από δάνειο που σύναψε με την Αγγλία, αγόρασε την πρώτη φρεγάτα και το πρώτο ατμοκίνητο πλοίο, τα οποία αξιοποίησε για τον ναυτικό αγώνα μέχρι το τέλος της Επανάστασης.

Πέρα από κάθε αμφιβολία, χωρίς το ναυτικό η Επανάσταση δεν θα είχε επεκταθεί πέρα από την Πελοπόννησο, δεν θα είχε στεριώσει και δεν θα είχε επικρατήσει. Η προδιάθεση του Έλληνα για τη θάλασσα και η γνώση ναυτικών υποθέσεων αποτέλεσαν την εγγύηση για την ανεκτίμητη προσφορά του ελληνικού ναυτικού στα χρόνια της Επανάστασης. Οι ναυτικοί του 1821, έχοντας εξοικειωθεί με την τέχνη του πολέμου στη θάλασσα ήδη από τα προεπαναστατικά χρόνια, και ταυτόχρονα γνωρίζοντας την τακτική και τις αδυναμίες του αντιπάλου τους, εξαιτίας της ακούσιας υπηρεσίας τους σε αυτόν, μπόρεσαν να αξιοποιήσουν τις γνώσεις τους προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες στην πατρίδα. Ιδιαίτερα, η δράση των πυρπολικών ενίσχυσε το θάρρος των υπόδουλων Ελλήνων και απέδειξε ότι ο εχθρός δεν είναι ανίκητος.