Ο αφανής ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης
Ειρήνη Κιουπελόγλου, Λυδία Μπαλαγιάννη Μαθητές Β’ Γυμνασίου
Λίγοι ή και ελάχιστοι ακόμα γνωρίζουν τον σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισε το ελληνικό ναυτικό στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.
Η έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης συνδέεται άμεσα με την οικονομική ανάπτυξη και την πνευματική αφύπνιση των υπόδουλων Ελλήνων κατά την διάρκεια του 18ου αιώνα. Πριν περάσουμε στον ρόλο του ελληνικού ναυτικού στα χρόνια της Επανάστασης, χρήσιμο θα ήταν να δούμε σε γενικές γραμμές την κατάσταση της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας στα προεπαναστατικά χρόνια.
Από τα μέσα του 18ου αιώνα και μετά η ελληνική ναυτιλία σημείωσε μεγάλη πρόοδο και ειδικά στον τομέα του εμπορίου. Ο ελληνικός εμπορικός στόλος αυξήθηκε αισθητά και ανέλαβε εμπορικές δραστηριότητες σε όλη τη Μεσόγειο. Ταυτόχρονα, η συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774), που τερμάτισε τον Α΄ Ρωσοτουρκικό Πόλεμο, επέτρεψε την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στα τουρκικά ύδατα για τα καράβια που έφεραν τη ρωσική σημαία, καθώς και την εκχώρηση εμπορικών προνομίων στους προστατευόμενους από τη Ρωσία λαούς. Έτσι, τα ελληνικά πλοία πλέουν ανενόχλητα στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Η συνθήκη του Ιασίου (1792) περιείχε επίσης ευεργετικές ρήτρες για το ελληνικό ναυτικό.
Κατά τη διάρκεια των Ρωσοτουρκικών αλλά και των Ναπολεόντειων Πολέμων τα ελληνικά πληρώματα αποκτούν πολεμική εμπειρία. Μάλιστα, στη ναυμαχία του Τσεσμέ (6-7 Ιουλίου 1770) οι Έλληνες ναύτες που υπηρετούσαν στα ρωσικά πλοία αντιλήφθηκαν τις δυνατότητες των πυρπολικών, ενός όπλου που θα έκρινε αποτελεσματικά τις μετέπειτα ναυτικές αναμετρήσεις. Τέλος, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι αναμετρήσεις στη θάλασσα με τους αδίστακτους πειρατές και κουρσάρους ήταν συνηθισμένο φαινόμενο την εποχή εκείνη και εξοικείωσε τους Έλληνες ναυτικούς με την τακτική του πολέμου και κυρίως του αιφνιδιασμού.

Ως η πλέον χαρακτηριστική ενέργεια υπήρξε η ανατίναξη της ναυαρχίδας του οθωμανικού στόλου από τον Kανάρη στα ανοιχτά του Τσεσμέ τον Ιούνιο του 1822. Ενέργειες όπως αυτή προκαλούσαν τρόμο στα πληρώματα των οθωμανικών πλοίων και γι’ αυτό οι κινήσεις του οθωμανικού στόλου συνήθως ήταν διστακτικές από το φόβο της δράσης των πυρπολητών. Ο Ψαριανός Δημήτριος Παπανικολής ανατινάζει με το πυρπολικό του το τουρκικό δίκροτο στη Ερεσσό της Λέσβου, ενώ ο Υδραίος Αντώνιος Ραφαλιάς πυρπολεί δίκροτο στις ναυτικές επιχειρήσεις της Σάμου τον Ιούλιο του 1822. Οι Ελληνικές ναυτικές δυνάμεις με επικεφαλής τον Υδραίο ναύαρχο Ανδρέα Μιαούλη αντιμετωπίζουν σε πολλές ναυμαχίες με επιτυχία τον τουρκικό στόλο τρέποντάς τον σε φυγή.
Όμως, η συντήρηση ενός πλοίου ήταν δαπανηρή (π.χ. φθορές κατά τη συμμετοχή του σε μια ναυμαχία ή επιχείρηση, πληρωμή πληρωμάτων και κάλυψη των βασικών του αναγκών, συντήρηση ή και ενίσχυση του πολεμικού του εξοπλισμού, αγορά νέου πολεμικού υλικού κ.ά.).
Όταν τα χρήματα αυτά εξαντλήθηκαν και πολλοί από τους πλοιοκτήτες αντιμετώπισαν οικονομικά προβλήματα ή πτώχευσαν, δεν μπορούσαν πλέον να συντηρήσουν τα πλοία τους και να στηρίξουν διάφορες στρατιωτικές επιχειρήσεις. Τότε το ελληνικό ναυτικό αποδυναμώνεται και η δράση του περιορίζεται κυρίως σε αναγνωριστικές περιπολίες χωρίς όμως να λείπουν και οι νικηφόρες επιχειρήσεις.
Τέλος, από το 1826 και μετά η κεντρική διοίκηση των επαναστατών, με χρήματα που διέθεσε από δάνειο που σύναψε με την Αγγλία, αγόρασε την πρώτη φρεγάτα και το πρώτο ατμοκίνητο πλοίο, τα οποία αξιοποίησε για τον ναυτικό αγώνα μέχρι το τέλος της Επανάστασης.