Οι σκοτεινές σελίδες της Επανάστασης
Εμμανουήλ Πατηνιώτης, Γιάννης Χαλικόπουλος Μαθητές Γυμνασίου
Η εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση των Ελλήνων, μέχρι το 1823, διαγράφει μία πορεία πρωτόγνωρων επιτυχιών. Η χώρα βαίνει ολοταχώς προς την απελευθέρωσή της. Ωστόσο, σε αυτό το σημείο τίθεται ένα πολύ βασικό ερώτημα: ποιος πρόκειται να διοικήσει αυτό το μελλοντικά ανεξάρτητο κράτος;
Σε αυτό το σημείο τίθεται ένα πολύ βασικό ερώτημα: ποιος πρόκειται να διοικήσει αυτό το μελλοντικά ανεξάρτητο κράτος;
Το συγκεκριμένο ερώτημα, ταλανίζει όλο και περισσότερο τους Έλληνες, ώσπου στην Α’ Εθνοσυνέλευση, διαφαίνονται ξεκάθαρα τα δύο “στρατόπεδα” που έχουν δημιουργηθεί και αποζητούν την εξουσία. Από τη μία πλευρά παρατάσσονται οι Φιλικοί, σε συνεργασία με τους στρατιωτικούς, οι οποίοι με επικεφαλής τον Θ. Κολοκοτρώνη και τον Δ. Υψηλάντη, καλούνται να αντιμετωπίσουν την αντίπαλη πλευρά, δηλαδή τους κοτζαμπάσηδες, τους Υδραίους και τους Ρουμελιώτες. Σημαντικό μέλος του δευτέρου στρατοπέδου, είναι ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ο οποίος αποζητά την εξουσία και ήδη έχει πείσει με διπλωματικό τρόπο τον Δ. Υψηλάντη να του παραχωρήσει τη διοίκηση της Στερεάς Ελλάδας. Φυσικά το πολιτικό όφελος που θα αποκόμιζε μέσω αυτή της κίνησης, θα ήταν ικανό ώστε να επιτύχει τον στόχο του.
Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος έρχεται γρήγορα σε σύγκρουση με τους πολιτικούς του αντιπάλους και κυρίως με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Ο βασικές του προθέσεις, σύντομα γίνονται αντιληπτές, με αποτέλεσμα πολλοί από τους υπόλοιπους επαναστατημένους Έλληνες να απομακρυνθούν από κοντά του. Το γεγονός αυτό όμως δεν του στέρησε το όνειρο του μελλοντικού κυβερνήτη. Αντιθέτως μετά την Α’ Εθνοσυνέλευση εκμεταλλευόμενος την απουσία του Κολοκοτρώνη και του Υψηλάντη, ορίζεται πρόεδρος του εκτελεστικού σώματος, κάτι που συνέβαλε στην προσπάθειά του να απομακρύνει τους Φιλικούς και τον Κολοκοτρώνη από την εξουσία, ενώ παράλληλα του επέτρεπε την πρόσβαση στις σημαντικές αποφάσεις που λαμβάνονταν από την πλευρά των επαναστατημένων Ελλήνων.
Για τους παραπάνω λόγους σε συνδυασμό με τις διασυνδέσεις του στο εξωτερικό, θα μπορούσαμε να τον χαρακτηρίσουμε ως άλλη μία αιτία η οποία επιδείνωσε ακόμα περισσότερο την κατάσταση των εσωτερικών αντιπαραθέσεων στην διχασμένη Ελλάδα που οδηγούνταν πια ολοφάνερα σε εμφύλια σύρραξη.
Η ευκαιρία μάλιστα του Μαυροκορδάτου να χαρακτηριστεί ως «ηγέτης», προέκυψε, μετά την άλωση της Χίου από τους Οθωμανούς και τη διακυβέρνηση της Ηπείρου από τον Ρεσίτ Πασά Κιουταχή, όταν έθεσε ως στόχο τη λήξη της επανάστασης στη συγκεκριμένη περιοχή. Ο Μαυροκορδάτος, οργανώνοντας στράτευμα το οποίο αποτελούσαν κυρίως φιλέλληνες, το μόνο που πέτυχε, ήταν μία ταπεινωτική ήττα στη μάχη του Πέτα, στις 4 Ιουλίου 1822. Ωστόσο, το αντίπαλό του δέος, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, με τα λιγοστά παλικάρια του, καταφέρνει να επικρατήσει στην άνιση μάχη εναντίον του Δράμαλη. Μετά από αυτή την επιτυχία, η Πελοπόννησος, βρίσκει τον κατάλληλο κυβερνήτη, του οποίου η οξυδέρκεια, η εμπειρία, η αποφασιστικότητα και η λαϊκή αποδοχή τον καθιστούν ηγετική μορφή του αγώνα.
Λίγους μήνες αργότερα (Μάρτιος – Απρίλιος 1823) συγκαλείται η Β’ Εθνοσυνέλευση. Οι Φιλικοί και οι στρατιωτικοί με πρωτοπόρο τους τον Κολοκοτρώνη, που δεν ήταν διατεθειμένος να συμβιβαστεί με τίποτα λιγότερο από μία θέση στην εξουσία, φαίνεται να υπερτερούν. Ωστόσο, μία πολιτική ομάδα, εναντιώνεται στους οπλαρχηγούς και τους αποκλείει από σημαντικές θέσεις της εξουσίας. Τις σημαντικότερες θέσεις, καταλαμβάνουν οι Κοτζαμπάσηδες και οι Υδραίοι. Οι παραγκωνισμένοι βέβαια οπλαρχηγοί και καπεταναίοι, καταστρώνουν το νέο σχέδιο τους και βαδίζουν προς την επόμενή τους κίνηση. Ύστερα από αυτές τις εξελίξεις, η πρώτη φάση του εμφυλίου είναι μονόδρομος.
Υπό τη σκιά της Β’ Εθνοσυνέλευσης, συγκεντρώνονται στην Σιλίμνα της Τρίπολης, οι στρατιωτικοί, μεταξύ άλλων, ο Θεόδωρος και ο Πάνος Κολοκοτρώνης, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Νικηταράς και ο Δημήτριος Υψηλάντης. Εκεί, ενώπιον της εικόνας του Χριστού, ορκίζονται να αντιταχθούν στους αντιπάλους τους, οι οποίοι πλέον δεν είναι άλλοι από τους ισχυρότατους πολιτικούς. Ο Α’ εμφύλιος πόλεμος ήταν προ των πυλών. Το πρώτο βήμα για την εκπλήρωση του όρκου τους, ήταν η δημιουργία ενός νέου εκτελεστικού σώματος στο Ναύπλιο με ηγέτη τον Θ. και τον Π. Κολοκοτρώνη, ενώ το επίσημο εκτελεστικό σώμα ήταν στο Κρανίδι. Ανάμεσα στις δύο παρατάξεις που έχουν δημιουργηθεί, υπάρχουν λογομαχίες και απειλές όπλων. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, όταν απειλείται από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, καταφεύγει στην Ύδρα και φιλοξενείται από την οικογένεια Κουντουριώτη από την οποία και υποστηριζόταν.
Στις 12 Απριλίου 1823 η επιτροπή, που είχε οριστεί από τη Β΄ Εθνοσυνέλευση για να συντάξει έναν πρόχειρο προϋπολογισμό του επαναστατημένου Έθνους, παρουσιάζει την ανάγκη να αναζητηθούν νέοι οικονομικοί πόροι. Την περίοδο αυτή υπογράφεται από την Κυβέρνηση το πρώτο δάνειο μεταξύ της Ελλάδας και της Αγγλικής κυβέρνησης. Η παράταξη των κοτζαμπάσηδων, των Υδραίων και των Ρουμελιωτών, είχε σφραγίσει την νίκη της στον Α’ εμφύλιο πόλεμο, όταν έφτασε το Αγγλικό δάνειο, μιας και η φήμη του Κολοκοτρώνη δεν ήταν ικανή να το αντισταθμίσει. Όσο οι πολιτικοί αλληλοκατηγορούνταν με τους στρατιωτικούς, το δάνειο που έφθασε στην Ελλάδα, έληξε την α’ φάση του εμφυλίου πολέμου, καθώς οι σύμμαχοι του Κολοκοτρώνη δωροδοκήθηκαν με χρηματικά ποσά με σκοπό να τον εγκαταλείψουν. Κάτι τέτοιο οδήγησε τον γέρο του Μοριά να υποσχεθεί τη λήξη των εχθροπραξιών.
Έτσι το πιο αιματηρό μέρος της σύγκρουσης μεταξύ των Ελλήνων, ξεκινά, και ακούει στο όνομα «β’ φάση του εμφυλίου πολέμου», όταν οι θεωρητικά αδικημένοι Μωραΐτες οπλαρχηγοί και κοτζαμπάσηδες, συσπειρώνονται εναντίον της Κυβέρνησης Κουντουριώτη και αρνούνται την πληρωμή οποιουδήποτε φόρου. Μετά την ήττα του στρατού του Παπαφλέσσα, που ήταν δεσμευμένος από την κυβέρνηση να καταστείλει τους Πελοποννησίους στασιαστές, ενεργοποιείται ξανά το Αγγλικό δάνειο, το οποίο σίγουρα δεν χρησιμοποιήθηκε για τον αρχικό σκοπό που προοριζόταν. Η παράταξη των πολιτικών ενισχύεται, ενώ η απώλεια του γιου του Κολοκοτρώνη, Πάνου από μία σφαίρα, έπειτα από σύγκρουση με κυβερνητικά στρατεύματα, καθιστούν τον οπλαρχηγό ψυχολογικά ράκος, με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει πια τη μάχη και να παραδοθεί. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση, αγνοώντας την αμαύρωση της διεθνούς εικόνας που εκπέμπει και την οικονομική εξάντληση, φαίνεται δυστυχώς να αψηφά το κυριότερο, ότι η Ελληνική Επανάσταση, βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού.
Ετσι προβαίνει σε πρωτοφανείς καταστροφές και πράξεις βιαιότητας, με αποκορύφωμα τα γεγονότα της Πελοποννήσου, τις λεηλασίες, τους σφαγιασμούς ανθρώπων, αλλά και τον ταπεινωτικό θάνατο του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Ο σπουδαίος αυτός αγωνιστής, παραδόθηκε στις κυβερνητικές αρχές, γνωρίζοντας πως θα δικαστεί και πιστεύοντας πως θα αθωωθεί. Εν τέλει, καμία από τις δύο προσδοκίες του δεν πραγματοποιήθηκε, αφού θανατώθηκε έπειτα από σκληρά βασανιστήρια, ενώ το άψυχο κορμί του γκρεμίστηκε από το βράχο της Ακρόπολης. Ο ήρωας στο Χάνι της Γραβιάς γκρεμίζεται από την Ακρόπολη…
Το παράδειγμα αυτό, χωρίς να είναι το μοναδικό, σκιαγραφεί με αδρές γραμμές την ηθική παρακμή στην οποία είχε οδηγηθεί το Ελληνικό έθνος. Ένα έθνος που μέρα με τη μέρα, απομακρυνόταν συνεχώς όλο και περισσότερο από το όνειρο κάθε υποδουλωμένου Έλληνα: την απελευθέρωση από την οθωμανική κυριαρχία και τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.